Κυριακή, Αυγούστου 12, 2007

ΟΥΡΛΙΑΞΙ!

"Νειάτα, νειάτα να δεις Ελέν' μ'!
Μουρφιά...! Κρίμα, κρίμα!
Να λες, σ'κώστε τουν όρθιουν να περπατήσ!" έλεγε η γιαγιά και χτυπιόταν με χέρια και με πόδια.
Ρώταγα, γιατί και πως και άκουγα και φανταζόμουν...
"34 χρονών παλικάρ'! Χαράμ'σι τ' ζωή τ'! Πήγε κι κριμάσ'κι...
Τίπουτα δε κατάλαβι η μάνα τ'!
Έπριπι να καταλάβ'!
Ήρθι απ' τ'ν Αθήνα για δυο μέρες κι είπι θα φύγ' γρήγουρα...
Που να φανταστεί η μάνα τ' ότι θα φύγ' για πάντα;
Έπρεπε όμως να καταλάβ'!
Όλη μέρα την ρώταγι, μ' αγαπάς μάνα;
Σ' αγαπάου πιδάκι, μ' έλιγι αυτήν!
Μα, έχ'ς 4 πιδιά, έλιγι αυτός.
Τι σημασία έχ'; έλιγι η μάνα τ'. Ούλα σας αγαπάω!
Ναι, αλλά δεν ήρθι η αδελφή μ' να τη δω, ούτι τον αδιλφό μ' τον αφήσαν να ρθει... έλιγι αυτός.
Αύριου πιδάκι μ' θα ρθει η αδερφή σ'. Πάει δυο μέρες να ξεσκάσ' κι αυτή, διακοπές!
Δεν πρόλαβι να τσ' δει ζωντανός. Στ'ν κηδεία τσ' είδι!
Φέραν τον αδιλφό τ' με τσ' αλ'σίδις... Να μη τ' λύνουν τα χέρια να αγκαλιάσ' τον αδερφό τ' ! Δράμα κουρτσάκι μ' ! Δράμα! Δεν άντιξα... Έφυγα νουρίτερα... Να φουνάζ' η μάνα τσ' αστυνόμ', δέκα τον φύλαγαν μη τσ' τους σκάσ',
Σας παρακαλώ! Λ'πηθείτι μι! Ένα το βάζου στου χώμα κι ένα μ' του βάλατι φυλακή! Βγάλτι τσ' αλσίδες! Να τ' αγκαλιάσου! Να χιριτήσ' τον αδερφό τ'!
Δράμα σι λέω!
Δεν τον λύσαν. Μαζί με τον αστυνόμου σκίψαν πάνου τ'!
Έρμ' μάνα...
Πού να ξέρ; Είπε θα πάει να τοιμάσ' μια σαλάτα κι αυτός αργούσι. Πιρίμινι, τουν φώναξι, τίποτα! Έψαξι να τουν βρει, είδε που είχι μπει νουρίτερα, πήγι...
Ήταν σκουτάδια! Σκόνταψι σε κάτ' πουδάρια. Πλάκα μι κάν'ς γιεμ; τουν ρώτ'σι...
Που να πάρ' απάντησ';
Σκύβ' γιατί δεν είχι φως, να δει αν τα πουδάρια ακουμπούσαν κάτ' ή κρέμουνταν ....
και τότι....
ΟΥΡΛΙΑΞΙ!!!!!!
ξισήκουσι του χωριό!"
...............

Δεν υπάρχουν σχόλια: